ΙΑΤΡΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ

ΙΑΤΡΕΙΟ ΚΥΠΑΡΙΣΣΙΑΣ

Ανεύρυσμα Κοιλιακής Αορτής

Τι είναι το Ανεύρυσμα Κοιλιακής Αορτής;

Αποτελεί μία διάταση ή αύξηση στη διάμετρο της κοιλιακής αορτής τουλάχιστον κατά 50% σε σύγκριση με μία αορτή που είναι φυσιολογική. Για παράδειγμα, στους άνδρες μία φυσιολογική αορτή είναι κατά μέσον όρο 20 mm (2 εκατοστά). Ανεύρυσμα της κοιλιακής αορτής έχουμε όταν η διάμετρος της αορτής γίνει μεγαλύτερη από 30 mm (3 εκατοστά). Ανεύρυσμα της κοινής λαγονίου αρτηρίας έχουμε όταν η διάμετρος της αορτής γίνει μεγαλύτερη από 18 mm (1,8 εκατοστά).  Μάλιστα, το 75% του συνόλου των ανευρυσμάτων της αορτής είναι τα ανευρύσματα της κοιλιακής αορτής. Υπάρχει σημαντική αύξηση στη συχνότητα των ανευρυσμάτων της κοιλιακής αορτής. Το 5-10% των ανδρών πάνω από τα 65 έτη εμφανίζουν ανεύρυσμα στην κοιλιακή αορτή, τα περισσότερα από τα οποία είναι μικρής διαμέτρου για καλή τους τύχη.

Ενδείξεις για θεραπεία

Οι ενδείξεις για θεραπεία ενός ανευρύσματος της κοιλιακής αορτής αποτελούν οι εξής:

1

Αν η διάμετρος του ανευρύσματος είναι μεγαλύτερη από 5 εκατοστά.

2

Αν η διάμετρος του ανευρύσματος είναι μεγαλύτερη από 4,5 εκατοστά με γρήγορη αύξησή της (αύξηση παραπάνω από 0,6 εκατοστά σε 1 έτος).

3

Αν η διάμετρος ενός ανευρύσματος λαγόνιας αρτηρίας είναι μεγαλύτερη από 3 εκατοστά σε συνδυασμό με ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής.

4

Αν υπάρχει ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής με συμπτωματολογία, όπως ρήξη, άλγος, εμβολή και λοίμωξη.

1

Αν η διάμετρος του ανευρύσματος είναι μεγαλύτερη από 4,5 εκατοστά με γρήγορη αύξησή της (αύξηση παραπάνω από 0,6 εκατοστά σε 1 έτος).

3

Αν υπάρχει ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής με συμπτωματολογία, όπως ρήξη, άλγος, εμβολή και λοίμωξη.

Αν η διάμετρος του ανευρύσματος είναι μεγαλύτερη από 5 εκατοστά.

2

Αν η διάμετρος ενός ανευρύσματος λαγόνιας αρτηρίας είναι μεγαλύτερη από 3 εκατοστά σε συνδυασμό με ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής.

4

Ακόμη, να τονιστεί ότι σε περίπτωση σακοειδούς μορφολογίας του ΑΚΑ, εμφάνισης ανευρύσματος σε γυναίκες ή σε μερικές διαφορετικές πιο σπάνιες περιπτώσεις, ο αγγειοχειρουργός μπορεί να θεωρήσει σημαντικό να κάνει σύσταση για θεραπεία του ανευρύσματος της κοιλιακής αορτής μεταξύ 4 και 5 εκατοστών.

10ετής Εμπειρία
3000+ Θεραπείες
Τεχνολογία Αιχμής
Αριστα Αποτελέσματα

Ελάχιστα επεμβατική ενδοαυλική (ενδαγγειακή) θεραπεία

Πρόκειται για μία ελάχιστα επεμβατική μέθοδο, η οποία είναι σύγχρονη και μπορεί να θεραπεύσει πλέον ένα μεγάλο ποσοστό ασθενών που έχει ανεύρυσμα της κοιλιακής αορτής και πραγματοποιείται από τον έμπειρο και εξειδικευμένο Αγγειοχειρουργό Dr. Λυμπερόπουλο Λάμπρο. Αυτή η τεχνική έχει ως στόχο να αποκλείσει τον ανευρυσματικό σάκο από την κυκλοφορία. Μετά τη χειρουργική αποκάλυψη στις μηριαίες αρτηρίες, εισάγεται ένα ειδικό συνθετικό μόσχευμα που με τη βοήθεια διεγχειρητικής αγγειογραφίας, γίνεται προώθησή του και τοποθέτησή του στην κοιλιακή αορτή. Ακόμη, υπάρχει μία σειρά από συγκεκριμένα ανατομικά κριτήρια που επιτρέπουν ή όχι να γίνει η ενδοαυλική θεραπεία. Μετά από εξέταση του ασθενή και ανάλυση της αξονικής του αγγειογραφίας, ο αγγειοχειρουργός καθορίζει αν αυτή η θεραπευτική τεχνική είναι εφικτό να γίνει και αν είναι ασφαλής. Ο χρόνος νοσηλείας μετά την επέμβαση είναι κατά μέσον όρο από 2 έως 4 μέρες. Τέλος, να σημειωθεί ότι η περιεγχειρητική θνητότητα και νοσηρότητα της ενδοαυλικής θεραπείας είναι πολύ πιο χαμηλή σε σύγκριση την κλασσική ανοιχτή χειρουργική επέμβαση. Ωστόσο, χρειάζεται να γίνει μια πιο στενή παρακολούθηση.

Ανοιχτή χειρουργική επέμβαση

Η κλασσική ανοικτή χειρουργική επέμβαση ήταν για πολλά έτη η μοναδική θεραπεία, η οποία είχε καλά αποτελέσματα. Αυτή η επέμβαση πραγματοποιείται με γενική αναισθησία.  Ο αγγειοχειρουργός ξεκινάει με την παρασκευή της αορτής και προχωράει σε τοποθέτηση λαβίδων αποκλεισμού πάνω και κάτω από το ανεύρυσμα, για να το αποκλείσει από την κυκλοφορία. Μόλις γίνει ο αποκλεισμός, ο ανευρυσματικός σάκος ανοίγεται και πραγματοποιείται συρραφή των οσφυϊκών αρτηριών, οι οποίες εκφύονται από το σάκο. Τέλος, ο αγγειοχειρουργός ράβει ένα ειδικό συνθετικό μόσχευμα στην αορτή με μία ένθετη τεχνική και αφαιρεί τις λαβίδες αποκλεισμού. Μετά από το χειρουργείο, ο ασθενής παραμένει συνήθως για 1 βράδυ στη μονάδα εντατικής θεραπείας, ώστε να τον παρακολουθούν, και στη συνέχεια νοσηλεύεται στο δωμάτιό του για άλλες 4 έως 5 μέρες. Όταν η επέμβαση γίνεται από μία έμπειρη αγγειοχειρουργική ομάδα, τότε η θνητότητα από τη διόρθωση των ανευρυσμάτων της κοιλιακής αορτής είναι μικρότερη από 5%. Η πιθανότητα εμφάνισης επιπλοκών αυξάνει μόνο σε περίπτωση που προϋπάρχει καρδιακή, αναπνευστική ή νεφρική ανεπάρκεια.

Τι Πρέπει να Γνωρίζετε για το Ανεύρυσμα Κοιλιακής Αορτής;

1    Αίτια και παράγοντες κινδύνου                    

Ανεύρυσμα Κοιλιακής Αορτής: Αίτια και παράγοντες κινδύνου

Σήμερα, υπάρχουν πολλές αιτίες και παράγοντες κινδύνου που μπορούν να δημιουργήσουν και να παίξουν ρόλο στην εξέλιξη ενός ανευρύσματος. Οι τέσσερις πιο σημαντικές αιτίες είναι οι εξής:

  1. Κάπνισμα.
  2. Αυξημένη ηλικία.  Οι ασθενείς που έχουν χειρουργηθεί για ΑΚΑ έχουν μέσον όρο ηλικίας περίπου 70 χρονών.
  3. Ανδρικό φύλο. Συγκριτικά, στις γυναίκες τα ΑΚΑ παρουσιάζονται σε μεγαλύτερη ηλικία και είναι 2 με 4 φορές πιο σπάνια.
  4. Κληρονομικότητα.Ένα άτομο μπορεί να κληρονομήσει ΑΚΑ από συγγενή πρώτου βαθμού που έχει ΑΚΑ.

 

Άλλες αιτίες και επιβαρυντικοί παράγοντες, οι οποίοι όμως έχουν μικρότερες επιδράσεις για απόκτηση ΑΚΑ είναι οι εξής:

  • Παχυσαρκία.
  • Αρτηριακή πίεση.
  • Ισχαιμική καρδιοπάθεια.
  • Αποφρακτική αρτηριοπάθεια στα κάτω άκρα.
  • Υπερχοληστερολαιμία.
Ανεύρυσμα Κοιλιακής Αορτής: Συμπτώματα   Τα περισσότερα ανευρύσματα που έχουν παρουσιαστεί στην κοιλιακή αορτή δεν προκαλούν συμπτώματα. Ειδικότερα, περίπου το 70% των ανευρυσμάτων της κοιλιακής αορτής που υποβάλλονται σε χειρουργείο, ανακαλύπτονται με τυχαίο τρόπο, λόγω κάποιας διαγνωστικής εξέτασης που έχει ζητηθεί να γίνει για διαφορετικό λόγο, όπως αξονική τομογραφία ή υπερηχογράφημα για έλεγχο της χοληδόχου κύστης ή του προστάτη.   Τα πρώτα συμπτώματα είναι πιθανόν να παρουσιαστούν κατά τη διάρκεια της ρήξης του τοιχώματος. Αυτός είναι και ο λόγος που οι αγγλοσάξονες ονομάζουν το ανεύρυσμα της κοιλιακής αορτής και “silent killer”. Το βασικό σύμπτωμα αποτελεί ο πόνος στην κοιλιά ή πίσω στην πλάτη. Κάποιες φορές, ένας ασθενής μπορεί να αισθανθεί παλμούς στην κοιλιακή χώρα. Η ψηλάφηση στο ΑΚΑ κατά τη διάρκεια της κλινικής εξέτασης εξαρτάται από το εάν ο ασθενής είναι ή δεν είναι υπέρβαρος και από το μέγεθος του ανευρύσματος.
Ανεύρυσμα Κοιλιακής Αορτής: Επιπλοκές Το ανεύρυσμα της κοιλιακής αορτής (ΑΚΑ) είναι πολύ επικίνδυνο, διότι μπορεί να έχει διάφορες επιπλοκές. Μία πολύ σοβαρή επιπλοκή αποτελεί η πιθανότητα ρήξης του τοιχώματος της αορτής, η οποία μπορεί να προκαλέσει σημαντική αιμορραγία. Μάλιστα, λόγω αυτής της επιπλοκής, η ολική θνητότητα  μπορεί να φτάσει σε ποσοστό 90%. Η πιθανότητα ρήξης αποτελεί τη δέκατη αιτία θανάτου σε άνδρες ηλικίας άνω των 55 ετών. Η καλύτερη θεραπεία ενός ραγέντος ΑΚΑ αποτελεί η προληπτική επέμβαση πριν εμφανιστεί η ρήξη.     Ειδικότερα, η επικινδυνότητα της ρήξης έχει άμεση σχέση με τη διάμετρο που έχει το ανεύρυσμα:
  • Για ένα ανεύρυσμα που έχει διάμετρο από 5 έως 6 εκατοστά, υπάρχει κίνδυνος ρήξης 5-10% σε 1 έτος.
  • Για ένα ανεύρυσμα που έχει διάμετρο από 6 έως 7 εκατοστά, υπάρχει κίνδυνος ρήξης 10-20% σε 1 έτος.
  • Για ένα ανεύρυσμα που έχει διάμετρο μεγαλύτερη από 7 εκατοστά, υπάρχει κίνδυνος ρήξης πάνω από 20% σε 1 έτος.
  Επίσης, μία ακόμη επιπλοκή που μπορεί να προκαλέσει το ανεύρυσμα της κοιλιακής αορτής αποτελεί η οξεία ισχαιμία στα κάτω άκρη ή σπανιότερα να μολυνθεί.

Ανεύρυσμα Κοιλιακής Αορτής: Προληπτικός έλεγχος (screening)

 

Γίνεται σύσταση για πραγματοποίηση προληπτικού ελέγχου με υπέρηχο, ώστε να διαγνωστεί αν υπάρχει πιθανό ανεύρυσμα στην κοιλιακή αορτή σε:

  • Όλους τους άνδρες ηλικίας άνω των 65 ετών.
  • Σε γυναίκες άνω των 65 ετών, οι οποίες έχουν ιστορικό καπνίσματος ή οικογενειακό ιστορικό ανευρύσματος.

Ο παραπάνω προληπτικός έλεγχος πρόκειται για επιλεκτικό, ο οποίος αν είναι αρνητικός, τότε δεν απαιτείται να ξαναγίνει, δηλαδή είναι “one time screening”.

Αν υπάρχει ανεύρυσμα  σε άλλη περιοχή, όπως στη θωρακική αορτή, στην ιγνυακή αρτηρία ή στη μηριαία αρτηρία, τότε είναι απαραίτητο να γίνει οπωσδήποτε έλεγχος για ανεύρυσμα στην κοιλιακή αορτή. Οι πιθανότητες κάποιος να έχει ανεύρυσμα της κοιλιακής αορτής, αν εμφανίζει ανεύρυσμα στη θωρακική αορτή, στην ιγνυακή αρτηρία ή στη μηριαία αρτηρία, είναι αντίστοιχα περίπου 20%, 40-60% και 60-80%.

Ανεύρυσμα Κοιλιακής Αορτής: Εξετάσεις και διάγνωση για την επιλογή της καταλληλότερης θεραπείας

 

Οι εξετάσεις που πρέπει να γίνουν για διάγνωση και ενδεχόμενη θεραπεία για το ανεύρυσμα της κοιλιακής αορτής είναι οι εξής:

 

  • Υπέρηχοςστις λαγόνιες αρτηρίες και στην κοιλιακή αορτή. Πρόκειται για την πρώτη εξέταση που πραγματοποιείται, ώστε η διάγνωση να επιβεβαιωθεί. Αποτελεί μία εξέταση, η οποία είναι μη επεμβατική και διαθέτει υψηλό βαθμό αξιοπιστίας σε έμπειρα χέρια. Είναι η τεχνική που επιλέγεται τόσο για το πληθυσμιακό screening, όσο και για την παρακολούθηση μικρών ανευρυσμάτων. Τέλος, αυτή η μέθοδος επιτρέπει την εξέταση της ιγνυακής και της μηριαίας αρτηρίας, ώστε να διαγνωστεί πιθανό ανεύρυσμα.
  • Αξονική αγγειογραφία. Αυτήη μέθοδος παρέχει τις περισσότερες πληροφορίες σε σχέση με το αν υπάρχει ανεύρυσμα και ποια είναι τα χαρακτηριστικά του. Πρόκειται για την τεχνική που επιλέγεται πριν πραγματοποιηθεί  ενδοαυλική ή χειρουργική επέμβαση. Τέλος, η συγκεκριμένη μέθοδος επιτρέπει να μετρηθούν απαραίτητα ανατομικά δεδομένα (sizing), και δείχνει αν υπάρχουν θρόμβοι καθώς και ποια είναι η σχέση ανάμεσα στο ανεύρυσμα και τα υπόλοιπα όργανα.
  • Μαγνητική τομογραφία, η οποία μπορεί να πραγματοποιηθεί σε μερικές περιπτώσεις αντί για αξονική αγγειογραφία.

Ανεύρυσμα Κοιλιακής Αορτής: Ιατρική παρακολούθηση μετά την ενδοαυλική (ενδαγγειακή)  θεραπεία

 

Η ενδοαυλική θεραπεία ΑΚΑ χρειάζεται μετά το πέρας της συνεπή ιατρική παρακολούθηση από τον έμπειρο και εξειδικευμένο Αγγειοχειρουργό Dr. Λυμπερόπουλο Λάμπρο. Είναι απαραίτητο να γίνεται μία αξονική αγγειογραφία τις πρώτες 30 μέρες μετά το πέρας της επέμβασης και, εν συνεχεία, μετά από 6 μήνες, 12 μήνες και ετήσια. Αυτή η παρακολούθηση πραγματοποιείται, ώστε ο γιατρός να διαπιστώσει αν υπάρχει εξέλιξη στο ανεύρυσμα, ενδοδιαφυγή ή κάποιο πρόβλημα σχετικό με το μόσχευμα.

 

Από τους πιο συχνούς τύπους ενδοδιαφυγής αποτελεί η ενδοδιαφυγή τύπου ΙΙ, στην οποία η κάτω μεσεντέριος ή κάποια οσφυϊκή αρτηρία προκαλεί πλήρωση του ανευρυσματικού σάκου. Γενικότερα, στην περίπτωση ενδοδιαφυγής και ανάλογα με την περίπτωση, είναι πιθανό να χρειαστεί εκ νέου ενδοαυλική επέμβαση.